ΑΡΘΡΑΠΑΙΔΕΙΑ

11.01.2011

Κίμων Χατζημπίρος: Νέος Μεταπτυχιακός ψάχνει

Aπόγνωση διακρίνεται στο βλέμμα του Δ. Έχοντας καλές επιδόσεις σε σχολείο και πανεπιστήμιο ακολούθησε επί δύο χρόνια το βαρύ Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα σεβαστού ελληνικού ιδρύματος, απέκτησε επάξια το σχετικό δίπλωμα και θεωρεί τον εαυτό του σωστά καταρτισμένο στην συγκεκριμένη ειδίκευση. Ωστόσο, επί δεκαπέντε μήνες ψάχνει για δουλειά και βρίσκει πόρτες κλειστές. «Τί πρέπει να κάνω;» είναι το αγωνιώδες ερώτημα που απευθύνει σε μας τους πιο έμπειρους.

Το ερώτημα είναι γενικό, αφορά χιλιάδες νέους επιστήμονες υψηλού επιπέδου που θέλουν να εργαστούν στην Ελλάδα. Πριν από την κρίση υπήρχαν μερικές διαθέσιμες θέσεις σε επιχειρήσεις και ιδιωτικά γραφεία. Προσέφεραν κάπως ικανοποιητικούς μισθούς αλλά με ωράρια συνήθως εξοντωτικά και μικρές δυνατότητες ευέλικτης εργασίας, αδειών κ.λπ. Οι εργασιακές συνθήκες, παράλληλα με την έλλειψη της ενδεδειγμένης κοινωνικής προστασίας, ήταν αποτρεπτικές, όπως π.χ. για τις νέες γυναίκες που θα ήθελαν να κάνουν οικογένεια στα επόμενα δέκα με δεκαπέντε χρόνια. Μεγάλο μέρος των μεταπτυχιακών αποφοίτων προσπαθούσαν να βρουν πιο ανθρώπινες συνθήκες εργασίας στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ιδίως όταν είχαν το μέσον για να διευκολύνουν τις σχετικές διαδικασίες. Σήμερα βέβαια όλες οι εργασιακές προοπτικές παρουσιάζουν δραματική υποβάθμιση.

Ίσως να είναι πολυάριθμα τα Μεταπτυχιακά σε σχέση με τις  υπάρχουσες ανάγκες,  ανταποκρίνονται πάντως σε μια υπαρκτή ζήτηση για μόρφωση. Τα περισσότερα λειτουργούν ικανοποιητικά, χωρίς τα συνήθη αρνητικά φαινόμενα που χαρακτηρίζουν τον ελληνικό πανεπιστημιακό χώρο. Η παρακολούθηση των μαθημάτων είναι υποχρεωτική, η αριθμητική σχέση διδασκόντων προς διδασκομένους αποδεκτή, δεν γίνονται καταλήψεις, η εκπαίδευση στηρίζεται συχνά σε ξένη βιβλιογραφία, οι διπλωματικές εργασίες έχουν καλό επίπεδο. Οι διαδικασίες επιλογής των υποψηφίων διατηρούνται ως επί το πλείστον αντικειμενικές, αν και δεν λείπουν οι γνωστές πιέσεις από διάφορους ισχυρούς παράγοντες. Οι σπουδαστές επιδεικνύουν  ζήλο και ενδιαφέρον, έστω και αν οι διδάσκοντες δεν είναι πάντα αξιόλογοι.

Οι πιο πολλοί απόφοιτοι των Μεταπτυχιακών είναι άξιοι, απευθύνονται όμως σε μια κοινωνία που δεν λειτουργεί με αξιοκρατία και δεν περιμένει πολλά από την γνώση. Οι επιλογές στον δημόσιο αλλά συχνά και στον ιδιωτικό τομέα γίνονται περισσότερο με την νοοτροπία της φατρίας παρά με την λογική ίσης μεταχείρισης μεταξύ ανώνυμων πολιτών. Ο μεταπτυχιακός έχει εκπαιδευτεί για να ερμηνεύει επιστημονικά τα φυσικά και κοινωνικά φαινόμενα, για να εφαρμόζει τεχνολογία και τεχνογνωσία. Θα ήταν απαραίτητος σε μια δυναμική παραγωγική οικονομία που θα επένδυε στην σύγχρονη επιστήμη, στην βέλτιστη αξιοποίηση του διανοητικού κεφαλαίου, στην εκπαίδευση για την προώθηση της δημιουργικότητας. Είναι πολύ λιγότερο χρήσιμος σε μια χώρα που παράγει ελάχιστα μοντέρνα προϊόντα ή καινοτομία. Ασφυκτιά σε μια κοινωνία με παραδοσιακή φατριακή δομή, που λειτουργεί όπως στο Μεσαίωνα, κατακερματισμένη σε ποικίλα αθροίσματα μικρών κοινοτήτων με συγγενείς, συγχωριανούς, συντεχνίες, κομματικούς οπαδούς ή απλώς κολλητούς.

Ο Δ. θαυμάζει τη νοοτροπία που επικρατεί στο εξωτερικό. Γνωρίζει από συναδέλφους του τα συμβαίνοντα στην Βαρκελώνη, στην Κοπεγχάγη, στην Γκρενόμπλ, στο Μόναχο, στο Ντελφτ, στο Εδιμβούργο, στο Αβέϊρο. Θεωρεί ότι εκεί τα κριτήρια επιλογής είναι αξιοκρατικά. Υπάρχει βέβαια ταξική διαστρωμάτωση, αφού οι φοιτητές προέρχονται κυρίως από τα μέσα και ανώτερα εισοδήματα, αλλά ο εργοδότης, δημόσιος οργανισμός ή ιδιώτης, θα προσλάβει για την κάθε θέση τον καταλληλότερο, επειδή το ζητούμενο είναι να δημιουργηθεί από τις δεξιότητες του νέου εργαζόμενου μια υπεραξία στην επιχείρηση, στο ινστιτούτο, στον δήμο. 

Πολλοί νέοι και των δύο φύλων βρίσκονται σε αδιέξοδο αντιμετωπίζοντας την ντόπια κουλτούρα που δεν είναι συμβατή με την κοινωνία της γνώσης. Οι περισσότεροι από τους μεταπτυχιακούς αναγκαστικά θα ψάξουν να βολευτούν κάπου ή θα βρουν απασχόληση άσχετη με τις σπουδές τους. Κατά κανόνα θα αποδώσουν πολύ λιγότερο σε σύγκριση με την πολυετή μόρφωσή τους. Αντίθετα, αυτοί που δεν θα επιμείνουν ελληνικά, θα μπορέσουν να αγωνιστούν στο εξωτερικό με πιο δίκαιους κανόνες, θα διεκδικήσουν υλικές και διανοητικές αμοιβές ανάλογες με την αξία τους και την προσπάθεια που καταβάλλουν. Έχουν την ευκαιρία να αναζητήσουν μια πετυχημένη σταδιοδρομία σε συνθήκες αξιοκρατίας, ενώ ο τόπος τους θα χάνει ικανά στελέχη, απωθώντας με ανορθολογική ελαφρότητα το πιο πολύτιμο δυναμικό του. 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: 11 Ιανουαρίου 2011, εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ