ΑΡΘΡΑΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

25.11.2010

Κίμων Χατζημπίρος: Είναι διέξοδος η οικοδομή;

«Η οικοδομή είναι μονόδρομος για την ανάπτυξη, αν δεν στηριχθεί κινδυνεύουμε με κατάρρευση», «... είναι ο μοχλός, η ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας», «... να λειτουργήσει ως εφαλτήριο για να βγούμε από την οικονομική κρίση», «οδηγούνται στην ανεργία 1 εκατομμύριο εργατοτεχνίτες και θίγονται 160 επαγγελματικοί κλάδοι». Τα συνθήματα που ακούγονται  από εκπροσώπους έγκυρων φορέων προβάλλουν την επαναφορά της κλασικής οικοδομικής δραστηριότητας σαν μοναδική διέξοδο.

Πράγματι υπάρχει πρόβλημα στην οικοδομή. Ωστόσο, η τρέχουσα οικονομική κατάσταση της χώρας θα ήταν λιγότερο δυσβάστακτη αν η οικοδομή δεν ήταν ο σκληρός πυρήνας της στρεβλής ανάπτυξης που κυριάρχησε κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Στο βαθμό που η κρίση αποτελεί και ευκαιρία, μήπως χρειάζεται εξορθολογισμός του μοντέλου, επομένως μια ανάπτυξη με λιγότερη και διαφορετική οικοδομική δραστηριότητα;

Κατ’ αρχήν, πόσο ακόμα πρέπει να χτιστεί η Ελλάδα; Ο αριθμός των κατοικιών υπερβαίνει τον πληθυσμό. Οι ιδιοκτήτες ακινήτων είναι κατ’ αναλογίαν περισσότεροι από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Εκατοντάδες χιλιάδες εξοχικά καταλαμβάνουν παράκτιες αλλά και ορεινές εκτάσεις, νοθεύουν την αυθεντικότητα του ελληνικού φυσικού τοπίου και προκαλούν μη αναστρέψιμη ζημιά σε ένα πολύτιμο αναπτυξιακό πόρο. Οι περισσότερες από αυτές τις κατασκευές είναι αυθαίρετες ή περιέχουν σημαντικές αυθαιρεσίες, δεν υφίστανται αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό έλεγχο, προσβάλλουν την αισθητική και την αίσθηση του μέτρου.

Προς την ίδια κατεύθυνση είναι χρήσιμος ο οικονομικός προβληματισμός: πόσο συμβάλλει η άμετρη οικοδόμηση σε μια στέρεη ανάπτυξη; Χιλιάδες  απούλητα διαμερίσματα τα τελευταία χρόνια, ενώ σχεδόν όλα τα εξοχικά παλιώνουν ανεκμετάλλευτα, αφού δεν αξιοποιούνται πάνω από το 10% των ημερών του χρόνου. Πόσο χρησιμεύει όλο αυτό το ανενεργό κεφάλαιο; Σε τί βοηθούν την οικονομία τόσα κλειστά σπίτια, εφοδιασμένα συνήθως με ακριβό εισαγόμενο εξοπλισμό;

Αλλά και το κοινωνικό κέρδος από την έντονη οικοδομική δραστηριότητα των τελευταίων δεκαετιών είναι αμφίβολο. Μεγάλο μέρος των εργατικών αμοιβών από οικοδομικές εργασίες έφυγαν έξω από τα σύνορα της χώρας και μάλιστα, ως επί το πλείστον, χωρίς να φορολογηθούν, ενώ η είσπραξη εισφορών από ασφαλιστικά ταμεία ήταν δυσανάλογα μικρή. Η φοροδιαφυγή στα υλικά και στα κέρδη των εργολάβων είναι σημαντική, ενώ μια ημινόμιμη παρανομία γίνεται ανεκτή κατά τις  μεταβιβάσεις χάρη στην διαφορά μεταξύ πραγματικών και αντικειμενικών αξιών.  

Η οικοδομική δραστηριότητα θα μπορούσε όντως να στηρίξει μια υγιή οικονομική ανάπτυξη αν στρεφόταν στην δημιουργία παραθεριστικών κατοικιών για ξένους αγοραστές, σε πλαίσιο οριοθετημένης οργανωμένης δόμησης. Αυτή θα εξασφάλιζε αυστηρές περιβαλλοντικές προδιαγραφές για τα απόβλητα, την εξοικονόμηση νερού, τις μονώσεις κ.λπ. καθώς και ουσιαστικό αρχιτεκτονικό έλεγχο για ένα καλαίσθητο αποτέλεσμα. Έτσι θα μπορούσε να αυξηθεί πραγματικά ο εγχώριος πλούτος χωρίς να υποβαθμιστεί το περιβάλλον. Επιπλέον υπάρχουν μεγάλα περιθώρια αυστηρότερης εφαρμογής των νόμων για την εκτός σχεδίου δόμηση, δεδομένου ότι ενδεχόμενοι επιπόλαιοι περιορισμοί της θα προκαλούσαν αδικίες και αναταραχή. Άλλη δυνατότητα είναι η αναβάθμιση των υπαρχόντων κτηρίων, κυρίως με βελτίωση της ενεργειακής συμπεριφοράς, των μονώσεων κ.λπ. Εδώ προκύπτει αξιόλογο οικονομικό αποτέλεσμα λόγω της εξοικονόμησης ενέργειας, η οποία θα είναι ακριβότερη στο μέλλον. Γενικότερα, οι δραστηριότητες συντήρησης κτηρίων είναι μακροπρόθεσμα αποδοτικές για την οικονομία και φυσικά για την ποιότητα ζωής. Οι φορείς που διαμαρτύρονται για την ύφεση στην οικοδομή θα ήταν προτιμότερο να φροντίσουν για την ανάπτυξη διαδικασιών μετεκπαίδευσης μηχανικών και τεχνιτών ώστε ένα μέρος της οικοδομικής δραστηριότητας να στραφεί από την κατασκευή στην βελτίωση και συντήρηση κτηρίων. Τέλος, σημαντικός είναι ο τομέας των αστικών αναπλάσεων οι οποίες, μεταξύ άλλων, κάνουν τις πόλεις ελκυστικές για την εγκατάσταση επιχειρήσεων. Η κατεδάφιση και η αφαίρεση τσιμέντου αποτελούν τεχνικές δραστηριότητες συγγενείς μεν με την οικοδομή, σωτήριες όμως για την προσφορά πράσινων και ανοικτών χώρων σε πυκνοδομημένες απωθητικές συνοικίες. Όταν δε συνδυάζονται με αντιπαροχή επιλεγμένων δημόσιων οικοπέδων, εξασφαλίζεται η χρηματοδότηση και δημιουργείται θετικό οικονομικό αποτέλεσμα.

Το μοντέλο της οικοδομής που γνωρίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες είναι τελικά επιζήμιο, τόσο περιβαλλοντικά όσο και οικονομικά και κοινωνικά. Θα μπορούσε όμως μια εξορθολογισμένη οικοδομική δραστηριότητα να γίνει αειφορική, έχοντας ταυτόχρονα σημαντική συμβολή στο εγχώριο προϊόν. Είναι προφανές ότι μια τέτοια ανάπτυξη θα ήταν σε μεγάλο βαθμό πράσινη.
 
 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2010, εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ