ΑΡΘΡΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

06.10.2011

Γιάννος Παπαντωνίου: Για να Μείνουμε στο Ευρώ

Στη διάρκεια των τελευταίων μηνών κυοφορούνται εναλλακτικά σχέδια αντιμετώπισης του προβλήματος του ελληνικού χρέους. Ο προβληματισμός που αναπτύσσεται στο εσωτερικό της ευρωζώνης εστιάζεται στα εξής:

Πρώτον, στην αμφισβήτηση της ικανότητας της Ελλάδας να βάλει τάξη στα οικονομικά της και να επιτύχει τους στόχους που από κοινού έχουν τεθεί στις δανειακές συμβάσεις. Οι αστοχίες και οι καθυστερήσεις δημιουργούν φόβο συνεχούς εξάρτησης από τα ευρωπαϊκά ταμεία διάσωσης.

Δεύτερον, στην επίγνωση ότι περιθώρια  πρόσθετου δανεισμού της Ελλάδας, πέρα από τα ποσά που συμφωνήθηκαν στις 21 Ιουλίου, είναι ουσιαστικά ανύπαρκτα.

Η διαμόρφωση αυτών των δεδομένων προσδιορίζει την κατεύθυνση της προσπάθειας που θα αναληφθεί. Σε ότι αφορά το ελληνικό ζήτημα, ο προσανατολισμός είναι η αναδιάρθρωση του χρέους πολύ πέραν των ορίων της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα που συμφωνήθηκε στις 21 Ιουλίου (κούρεμα 21%).

Η αναδιάρθρωση του χρέους παρουσιάζεται, για λόγους ωραιοποίησης, με πολλούς εναλλακτικούς τρόπους. Στην ουσία, όμως, αποδίδεται με μια λέξη: χρεοκοπία – δηλαδή αδυναμία εξόφλησης δανειακών υποχρεώσεων. Το τίμημα είναι ο στιγματισμός της χώρας και η αποκοπή για μεγάλο χρονικό διάστημα από τις διεθνείς αγορές. Η Αργεντινή, δέκα χρόνια μετά τη χρεοκοπία, δεν μπορεί να δανειστεί.

Επιπλέον, για μια χώρα που μετέχει σε μια νομισματική ένωση προστίθεται ο κίνδυνος εξόδου, με μεγάλη υποτίμηση του νέου εθνικού νομίσματος. Ενδεχόμενη αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ, μετά από χρεοκοπία, δεν θα γίνει με πολιτική απόφαση της ευρωζώνης, αλλά θα επιβληθεί από τις αγορές στην περίπτωση που προκληθεί φυγή κεφαλαίων, κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και μεγάλη κάμψη της πραγματικής οικονομίας.

Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, αποχώρηση μιας υπερχρεωμένης χώρας από το ευρώ μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια του 50% του ΑΕΠ και σε αντίστοιχη πτώση του βιοτικού επιπέδου. Υψηλός πληθωρισμός και επιτόκια προδικάζουν μακρόχρονη στασιμότητα στη βάση πολύ χαμηλών επιπέδων παραγωγής, απασχόλησης και εισοδήματος. Θα επικρατήσουν συνθήκες κοινωνικής εξαθλίωσης.

Όμως, αποχώρηση μιας χώρας από το ευρώ μπορεί να εξελιχθεί σε ντόμινο, οδηγώντας σε διάλυση τη νομισματική ένωση.

Η δυνατότητα της ευρωζώνης να ελέγξει τις αντιδράσεις των αγορών εξαρτάται, εν μέρει, από την ετοιμότητα να στηρίξει τις ελληνικές τράπεζες, που θα υποστούν απώλειες κεφαλαίου λόγω μεγάλου κουρέματος (50% - 60%) των ομολόγων. Η αυξημένη ευελιξία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), που συμφωνήθηκε στις 21 Ιουλίου, θα συμβάλει σε αυτήν την κατεύθυνση. Κρίσιμη, όμως, σημασία έχει η προώθηση της δημοσιονομικής ένωσης. Στοιχεία αυτής της προσπάθειας είναι η ενίσχυση των πόρων του EFSF, η έκδοση ευρωομολόγων, η σύσταση θέσης Ευρωπαίου Υπουργού Οικονομικών και η ενίσχυση των εξουσιών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ώστε να ενεργεί ως δανειστής εσχάτης ανάγκης.

Η δημοσιονομική ένωση είναι αναγκαία για να αποκατασταθεί η κλονισμένη εμπιστοσύνη των αγορών στη βιωσιμότητα της ευρωζώνης. Όσο δεν αντιμετωπίζεται ο συστημικός κίνδυνος, γεγονότα όπως η χρεοκοπία μιας χώρας-μέλους της ένωσης δημιουργούν αφορμές για νέες κερδοσκοπικές επιθέσεις.

Σήμερα, δεν φαίνεται να συγκεντρώνονται οι προϋποθέσεις για θεσμικές αλλαγές μεγάλης εμβέλειας. Η απροθυμία της Γερμανίας, αδύναμες πολιτικές ηγεσίες σε άλλες χώρες καθώς και η πολυδιάσπαση των θεσμών της ευρωζώνης συνθέτουν ένα πλαίσιο αναποφασιστικότητας, δημιουργώντας κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας.

Σε αυτό το περιβάλλον, ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ελλάδας δεν θα είναι εύκολο να ελεγχθεί. Για την εξασφάλιση της παραμονής της χώρας στο ευρώ, πρέπει είτε να αποτραπεί η χρεοκοπία, είτε - σε περίπτωση που καταστεί αναπόφευκτη - να πραγματοποιηθεί σε περιορισμένη και εθελοντική βάση κατά το πρότυπο της ισχύουσας συμφωνίας για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Δεν πρέπει να προσομοιωθεί με στάση πληρωμών, που μπορεί να εκληφθεί από τις αγορές ως μη συμβατή με τη συμμετοχή στο ευρώ, προκαλώντας κερδοσκοπικές επιθέσεις.

Η επίτευξη των παραπάνω στόχων προϋποθέτει την ανάκτηση της χαμένης εμπιστοσύνης στην ικανότητα της Ελλάδας να εξυγιάνει και να ανορθώσει την οικονομία της. Λειτουργώντας στο ίδιο δυσμενές περιβάλλον, όπως η χώρα μας, η Ιρλανδία, η Ισπανία, ακόμα και η Πορτογαλία, κατόρθωσαν να περιορίσουν τον κίνδυνο χρεοκοπίας, υλοποιώντας κατά γράμμα της προγραμματικές δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει.

Για εμάς, δεν αρκεί, πλέον, η πλήρης εφαρμογή των συμφωνιών. Επιβάλλεται να ξεπεράσουμε τους στόχους προκαλώντας θετική έκπληξη στις αγορές.

Η κατεύθυνση της αναγκαίας προσπάθειας είναι, πλέον, κοινά αποδεκτή. Πρέπει να μειωθεί το μέγεθος του κράτους και, παράλληλα, να αναδιοργανωθεί η λειτουργία του ώστε να αναβαθμιστεί η προσφορά στον πολίτη. Το εγχείρημα είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν ληφθεί υπόψη ότι ανατρέπει αντιλήψεις και κεκτημένα δεκαετιών. Πρέπει, όμως, να πετύχει η προσπάθεια. Είναι ζήτημα επιβίωσης της οικονομίας. Χρειάζεται σχέδιο, αποτελεσματικότητα και επιμονή. Είναι μακρύς και δύσβατος ο δρόμος για την κυβέρνηση και τη χώρα.
 
 
Άρθρο από την εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής», 6 Οκτωβρίου 2011