ΔΡΑΣΕΙΣ & ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ

25.10.2021

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΑΣΙΝΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ 25.10.21




Συνέδριο ΚΕΠΠ
 
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΑΣΙΝΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ
 
Χαιρετισμός Γιάννου Παπαντωνίου Προέδρου του ΚΕΠΠ
 
 
21 Οκτωβρίου 2021
 
Η άνοδος της θερμοκρασίας  του πλανήτη κατά περίπου ένα βαθμό Κελσίου σε σχέση με τα προ-βιομηχανικά επίπεδα έχει αυξήσει τη συχνότητα και την ένταση φαινομένων όπως καταιγίδες, πλημμύρες και ξηρασίες. Χωρίς άμεση και αποτελεσματική δράση, οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να διογκωθούν ανεξέλεγκτα προκαλώντας μεγάλη ζημιά στην παγκόσμια οικονομία και στις συνθήκες ζωής των κατοίκων του πλανήτη.
Η συμφωνία για την κλιματική αλλαγή του Παρισιού το 2015 έθεσε ως στόχο τον περιορισμό της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη στους δύο βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προ-βιομηχανικά επίπεδα και τη συνέχιση των προσπαθειών για περιορισμό της αύξησης στον 1,5 βαθμό Κελσίου. Στόχος είναι η μετάβαση σε καθαρές πηγές ενέργειας με αποκλιμάκωση της στήριξης της παραγωγής ορυκτών καυσίμων όπως το πετρέλαιο, αυστηρούς περιορισμούς στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα  καθώς και παρεμβάσεις στην τιμολόγηση του άνθρακα – μέσω της φορολογίας ή των αγορών. Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής εντάσσεται η υιοθέτηση το 2019 από την ΕΕ της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, συνολικού κόστους 1 τρις ευρώ, με στόχο τη μετατροπή της Ένωσης σε κλιματικά ουδέτερη ζώνη χωρών το 2050. Εξάλλου, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης (Next Generation EU), που έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή, έχει ως κεντρικό στόχο την προώθηση της "πράσινης ανάπτυξης".
Για την επίτευξη αυτών των στόχων απαιτούνται  τεράστιες επενδύσεις, ύψους σύμφωνα με αρχικές εκτιμήσεις πάνω από 16 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε παγκόσμια κλίμακα, σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και σε ενεργειακή αποτελεσματικότητα. Στις   31  Οκτωβρίου έως 12 Νοεμβρίου θα πραγματοποιηθεί στη Γλασκόβη νέα  Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή, σε συνέχεια εκείνης του Παρισιού, για επιβεβαίωση και επικαιροποίηση των αποφάσεων που έχουν ληφθεί.
Το συνέδριο του ΚΕΠΠ έχει διπλό στόχο: Πρώτον, να διερευνήσει ορισμένες καίριες δυσκολίες στην υλοποίηση αυτού του τεράστιου εγχειρήματος, που αφορά ολόκληρο τον πλανήτη και κατά συνέπεια κάθε χώρα ξεχωριστά, επισημαίνοντας τον επείγοντα χαρακτήρα της προσπάθειας και την απόλυτη ανάγκη συντονισμένης δράσης. Δεύτερον, να αναδείξει τη σημασία της Πράσινης Μετάβασης  για τον  αναγκαίο μετασχηματισμό  του παραγωγικού μας μοντέλου και την  ενίσχυση της γεωπολιτικής  θέσης της Ελλάδας.
Το πρόβλημα της μετάβασης διασπάται σε πολλά κεφάλαια ανάλογα με την οπτική γωνία από την οποία προσεγγίζεται. Η πολιτική διάσταση εστιάζει στις συγκρούσεις συμφερόντων ανάμεσα σε χώρες που διαθέτουν διαφορετικά μείγματα ενεργειακών πηγών. Χώρες πλούσιες σε κοιτάσματα πετρελαίου και άνθρακα θα χάσουν σε αντίθεση με χώρες που διαθέτουν, δυνητικά,  μεγάλες ποσότητες ανανεώσιμων πηγών. Η απαξίωση παραδοσιακών πηγών ενέργειας έχει υψηλό κόστος τόσο σε οικονομικούς όρους όσο και από την πλευρά της απώλειας γεωπολιτικής επιρροής. Η κοινωνική διάσταση επικεντρώνεται στην άνιση κατανομή του κόστους προσαρμογής στο νέο σύστημα, αν ληφθεί υπόψη ότι οι ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες έχουν εξάρτηση από μεταφορές χαμηλού κόστους αν διανύουν μεγάλες αποστάσεις ζώντας μακριά από αστικά κέντρα. Η εξέγερση των «κίτρινων γιλέκων» στη Γαλλία ανέδειξε τη σημασία αυτού του προβλήματος. Η οικολογική διάσταση αφορά τις μεγάλες αλλαγές στον τρόπο ζωής, τη διατροφή, τις μετακινήσεις που θα προκύψουν από την  πράσινη μετάβαση. Τέλος, στο αμιγώς οικονομικό πεδίο, το κόστος της μετάβασης είναι πολύ υψηλό και η εξεύρεση των αναγκαίων κεφαλαίων - δημοσίων και ιδιωτικών - θα αποτελέσει, όσο αποδοτικές και αν είναι οι επενδύσεις, μεγάλη πρόκληση.
Θα απαιτηθούν υψηλά επίπεδα διεθνούς συνεργασίας ώστε να αναληφθούν συντονισμένες και αποτελεσματικές δράσεις  επίτευξης των στόχων. Η συμφωνία του Παρισιού αποτέλεσε ορόσημο στην παγκόσμια αυτή προσπάθεια. Απομένει όμως πολύς δρόμος που πρέπει να διανυθεί.
Η τρέχουσα ενεργειακή κρίση με την εκτόξευση των τιμών σε πρωτόγνωρα επίπεδα αποτελεί πρόδρομο των δυσκολιών που θα αντιμετωπιστούν στη διαδικασία μετάβασης στην πράσινη οικονομία. Ραγδαίες μεταβολές στη δομή οικονομικών συστημάτων είναι αναπόφευκτο να προκαλούν αναταραχές γιατί τα νέα στοιχεία που εισάγονται οδηγούν σε ανακατατάξεις των στοιχείων που ήδη υπάρχουν και λειτουργούν. Στη σημερινή συγκυρία, η σταδιακή μείωση της προσφοράς ενέργειας από τις παραδοσιακές πηγές, σε συνδυασμό με την περιορισμένη διαθεσιμότητα ΑΠΕ οδηγεί σε αύξηση της εξάρτησης από το φυσικό αέριο – που στην Ευρώπη είναι κυρίως εισαγόμενο. Όμως, η ζήτηση για φυσικό αέριο αυξάνεται σε παγκόσμια κλίμακα, κυρίως στην Ασία. Επιπλέον, την τρέχουσα περίοδο οι καιρικές συνθήκες την οδηγούν σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα, ενώ η Ρωσία,  από τους μεγαλύτερους παγκόσμιους προμηθευτές, δεν αποφεύγει να  χρησιμοποιήσει τις παροχές αερίου ως εργαλείο πίεσης για ευρύτερους γεωπολιτικούς στόχους.
Η ομαλοποίηση των ενεργειακών αγορών στο στάδιο της μετάβασης αποτελεί δύσκολο εγχείρημα. Προϋποθέτει, κατ’ αρχάς,  ταχεία εισαγωγή καθαρών μορφών ενέργειας. Όπως δήλωσε ο Εκτελεστικός Διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας Φατίχ Μπιρόλ, για να ισορροπήσει η ενεργειακή αγορά και να επιτευχθεί ο στόχος του NetZeroEmissions το 2050 οι επενδύσεις σε ΑΠΕ «πρέπει να τριπλασιαστούν την επόμενη δεκαετία», προσθέτοντας ότι «όσο εξακολουθεί η παρούσα ανισορροπία, τόσο θα αυξάνεται ο κίνδυνος έντονων διακυμάνσεων των τιμών και μεγαλύτερης αστάθειας».
Παράλληλα πρέπει να  αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της αποθήκευσης ώστε να απορροφώνται απότομες μεταβολές των τιμών.  Εξάλλου, σε περιόδους έξαρσης των τιμών η πολιτεία θα πρέπει να παρεμβαίνει με μηχανισμούς επιδότησης. Έχει κρίσιμη σημασία, τόσο για κοινωνικούς λόγους όσο και για τη διασφάλιση της σταθερότητας των αγορών, να συγκρατείται το επίπεδο των τιμών σε χαμηλά επίπεδα. Από τη σκοπιά  της διατήρησης της εμπιστοσύνης των επενδυτών στη μακροχρόνια βιωσιμότητα των ΑΠΕ είναι προτιμότερο να αποτρέπονται οι διακυμάνσεις με εξισορρόπηση της προσφοράς προς τη ζήτηση παρά με επιδοτήσεις.
 
Για τη χώρα μας, η Πράσινη Μετάβαση μπορεί να αποδειχτεί σωτήρια για τον καθορισμό του νέου παραγωγικού μοντέλου που αναζητούμε για την αντιμετώπιση των ανταγωνιστικών προκλήσεων της νέας εποχής. Αποτελεί, πλέον, κοινή συνείδηση ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Εκτεθειμένη σε μια επικίνδυνη έξαρση του τουρκικού επεκτατισμού, αντιμέτωπη με έντονες κοινωνικές αναταραχές -  απόρροια της σώρευσης πολλαπλών κρίσεων -, κληρονόμος μιας αδύναμης και υπερχρεωμένης οικονομίας, πρέπει να επιλέξει με προσοχή τους τομείς όπου θα επικεντρώσει την προσπάθεια εθνικής ανάταξης.
Υπάρχει σήμερα ένα παράθυρο ευκαιρίας, που πρέπει να αξιοποιήσει. Η οικονομία ανακάμπτει με πολύ υψηλότερους ρυθμούς σε σχέση με αυτό που αναμενόταν όταν εκδηλώθηκε η κρίση της πανδημίας. Η παραγωγή και διάθεση των εμβολίων προχώρησαν σε παγκόσμια κλίμακα  ταχύτερα από τις αρχικές προβλέψεις, ενώ  σημειώθηκε  εντυπωσιακή μεταστροφή στην αντιμετώπιση των κρίσεων από την πλευρά των ισχυρών παικτών του διεθνούς οικονομικού συστήματος. Αποσύρθηκαν οι γερμανικής εμπνεύσεως συνταγές λιτότητας και επανήλθε στο προσκήνιο η κεινσιανή αντίληψη ότι σε περιόδους ύφεσης, με υψηλή ανεργία και αναξιοποίητο παραγωγικό δυναμικό, τα δημοσιονομικά ελλείμματα αποτελούν θεμιτό μέσο χρηματοδότησης της οικονομικής δραστηριότητας.
Παράλληλα με τη δημιουργία  του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης από την ΕΕ ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών προχώρησε στην εξαγγελία ενός φιλόδοξου πακέτου δαπανών ύψους 4,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, εστιασμένου σε υποδομές και κοινωνικά προγράμματα, δίνοντας το σύνθημα για ένα παγκόσμιο πρόγραμμα στήριξης της ανάκαμψης. Οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών αναβαθμίστηκαν εντυπωσιακά, οι προηγμένες  χώρες αναμένεται να ανακτήσουν το 2022 τα επίπεδα ΑΕΠ που θα είχαν επιτευχθεί αν δεν υπήρχε η κρίση της πανδημίας, ενώ νέα επενδυτικά προγράμματα και επιχειρηματικές πρωτοβουλίες συνθέτουν ένα πολύ ευνοϊκότερο οικονομικό περιβάλλον, ιδιαίτερα για μικρές ανοικτές οικονομίες, όπως η Ελλάδα.
Είναι φανερό ότι η Πράσινη  Μετάβαση είναι συμβατή με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της οικονομίας μας. Δεν διαθέτουμε σημαντικά κοιτάσματα  παραδοσιακών ενεργειακών πόρων που θα απαξιωθούν, ενώ η γεωγραφική μας θέση εξασφαλίζει διαθεσιμότητα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η βελτίωση της οικονομικής συγκυρίας επιτρέπει στην  Ελλάδα  να προχωρήσει με ταχύ βηματισμό στο μετασχηματισμό και την ενδυνάμωση της οικονομίας της.
Όμως, το παράθυρο ευκαιρίας δεν θα παραμείνει για πολύ ανοικτό. Όταν ξεπεραστεί η ύφεση και εξαντληθούν τα περιθώρια αναξιοποίητου παραγωγικού δυναμικού θα επανέλθει ο κίνδυνος του πληθωρισμού οδηγώντας σε περιοριστικές νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές σε παγκόσμια κλίμακα. Η αναπτυξιακή δυναμική σε μικρές χώρες που εξαρτώνται από τη διεθνή συγκυρία θα εξασθενίσει. Επιπλέον, οι εσωτερικοί μηχανισμοί της Ευρωζώνης θα αρχίσουν να πιέζουν στην κατεύθυνση της δημοσιονομικής πειθαρχίας – στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας -, δημιουργώντας πρόσθετα εμπόδια στη χρηματοδότηση μεγάλων επενδυτικών προγραμμάτων.
Εξάλλου,  αν καθυστερήσει ο μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας, οι αναπτυξιακές δυνατότητες και προοπτικές θα επιδεινωθούν. Το παραδοσιακό παραγωγικό μοντέλο έχει εξαντλήσει τη δυναμική του.  Τα κοινωνικά προβλήματα θα ενταθούν και, με τη σειρά τους, θα αποδυναμώσουν την προσπάθεια για διαρθρωτικές αλλαγές. Η Ελλάδα θα κινδυνεύσει να εγκλωβιστεί σε ένα νέο φαύλο κύκλο ύφεσης και κρίσης.
Η ανάδειξη της Ελλάδας σε πρότυπο κέντρο βιώσιμης ανάπτυξης με βάση τις ΑΠΕ και την ενεργειακή αποδοτικότητα αποτελεί ρεαλιστική προοπτική. Πρέπει να επιδιωχθεί ως μείζων εθνικός στόχος. Τα προσδοκώμενα οφέλη τόσο για την κοινωνική ευημερία όσο και για τη γεωπολιτική μας θέση είναι σημαντικά. Η Ελλάδα δεν κατείχε ποτέ κεντρική θέση στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη. Σήμερα, μπορεί να προσβλέπει σε μια τέτοια αναβάθμιση. Αν καταστεί κόμβος παραγωγής και εμπορίας στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών, θα  ενισχύσει  τη γεωπολιτική της επιρροή και, κατ’ επέκταση, την εθνική της ασφάλεια.
Επιπλέον,  δεδομένου ότι η ανάπτυξη του τομέα  θα συνοδευτεί από την είσοδο νέων τεχνολογιών, η χώρα μας θα επωφεληθεί λόγω του σημαντικού ερευνητικού δυναμικού που διαθέτει. Η σύνδεση της έρευνας με την παραγωγή μέσα από την ανάδειξη ερευνητικών ιδρυμάτων σε τεχνολογικά κέντρα διεθνούς εμβέλειας θα συμβάλει στη μετάβαση στην οικονομία της γνώσης. Για τη διάχυση νέων τεχνολογιών στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που κυριαρχούν στην οικονομία μας, απαιτούνται εξειδικευμένοι φορείς παροχής υπηρεσιών έρευνας, τεχνολογικής βοήθειας και εκπαίδευσης, όπως τεχνικά κέντρα ανά νομό ή περιφέρεια. Η πολιτεία και ο ιδιωτικός τομέας με θεσμούς όπως τα επιμελητήρια θα πρέπει να συνεργαστούν για τη δημιουργία αυτών των κέντρων.
Ευρύτερος στόχος  είναι η  δυναμική συμμετοχή της Ελλάδας στις σύγχρονες διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης μέσα από την πρόσβαση σε  νέες τεχνολογίες και την ανάπτυξη  δραστηριοτήτων υψηλής προστιθέμενης αξίας στο πλαίσιο διεθνών συνεργασιών.
Η ελληνική οικονομία, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος της χώρας, συνεχίζει να θεωρείται  η λιγότερη ανοικτή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης είχε το χαμηλότερο ρυθμό αύξησης εξαγωγών –σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο περίπου το ένα τρίτο– σε σχέση με τις άλλες περιφερειακές ευρωπαϊκές χώρες (Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία). Οι συγκρίσεις αυτές αντανακλούν  την περιορισμένη παραγωγική βάση της  οικονομίας μας και την επικέντρωση σε παραδοσιακά προϊόντα και υπηρεσίες με χαμηλή εξωτερική ζήτηση. Τα περιθώρια ανάπτυξης με βάση την εξωστρέφεια, ιδιαίτερα  του  ενεργειακού τομέα,  είναι κατά συνέπεια πολύ σημαντικά.
 Η Ελλάδα αξιοποιώντας τη γεωγραφική της θέση και τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα θα μπορούσε να ξεπεράσει την εξάρτηση από  τομείς όπως ο τουρισμός, η ναυτιλία και οι κατασκευές και να κινηθεί προς την Πράσινη Ενέργεια καθώς και, γενικότερα, προς δραστηριότητες με υψηλή προστιθέμενη αξία, όπως ο χρηματοοικονομικός τομέας, η πληροφορική, ο πολιτισμός και  τομείς συνδεδεμένοι με παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής.
Το νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα πρέπει να βασιστεί σε σχέδιο ενεργειών από το κράτος και τις ευρωπαϊκές αρχές για την πραγματοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων. Στο επίπεδο χρηματοδότησης και υποδομών πρέπει να αναθεωρηθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι, ώστε να εξοικονομηθούν πόροι για δημόσιες επενδύσεις. Παράλληλα οι πόροι των ευρωπαϊκών Ταμείων, και κυρίως τα 32 δις ευρώ που αναλογούν στην Ελλάδα από το  Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης πρέπει να διατεθούν κυρίως για τη στήριξη της έρευνας, την εισαγωγή νέων τεχνολογιών στην πληροφορία και τις επικοινωνίες, καθώς και την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Φιλοδοξία μας στο Κέντρο Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής είναι να συμβάλουμε, με ιδέες και προτάσεις, στην πρόοδο της χώρας. Επιλέξαμε, για το συνέδριο αυτό, το θέμα των επενδύσεων και της ενέργειας γιατί θεωρούμε ότι αποτελεί  μοχλό γεωπολιτικών και  οικονομικών εξελίξεων που θα αλλάξουν την όψη της Ελλάδας. Και είμαστε βέβαιοι ότι η σημερινή συζήτηση, με τη συμμετοχή διακεκριμένων ομιλητών, θα εισφέρει χρήσιμα στοιχεία για τη χάραξη των αναγκαίων πολιτικών. Όπως συμβαίνει πάντοτε στην πολιτική, οι ιδέες καρποφορούν όταν εδραιώνονται συνθήκες σταθερής και αποτελεσματικής διακυβέρνησης.

ΚΕΝΤΡΟ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΓΙΑΝΝΟΥ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
www.kepp.gr
ΤΗΛ : 2103620714
Για τη χώρα μας, η Πράσινη Μετάβαση μπορεί να αποδειχτεί σωτήρια για τον καθορισμό του νέου παραγωγικού μοντέλου που αναζητούμε για την αντιμετώπιση των ανταγωνιστικών προκλήσεων της νέας εποχής. Αποτελεί, πλέον, κοινή συνείδηση ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Εκτεθειμένη σε μια επικίνδυνη έξαρση του τουρκικού επεκτατισμού, αντιμέτωπη με έντονες κοινωνικές αναταραχές -  απόρροια της σώρευσης πολλαπλών κρίσεων -, κληρονόμος μιας αδύναμης και υπερχρεωμένης οικονομίας, πρέπει να επιλέξει με προσοχή τους τομείς όπου θα επικεντρώσει την προσπάθεια εθνικής ανάταξης.
Υπάρχει σήμερα ένα παράθυρο ευκαιρίας, που πρέπει να αξιοποιήσει. Η οικονομία ανακάμπτει με πολύ υψηλότερους ρυθμούς σε σχέση με αυτό που αναμενόταν όταν εκδηλώθηκε η κρίση της πανδημίας. Η παραγωγή και διάθεση των εμβολίων προχώρησαν σε παγκόσμια κλίμακα  ταχύτερα από τις αρχικές προβλέψεις, ενώ  σημειώθηκε  εντυπωσιακή μεταστροφή στην αντιμετώπιση των κρίσεων από την πλευρά των ισχυρών παικτών του διεθνούς οικονομικού συστήματος. Αποσύρθηκαν οι γερμανικής εμπνεύσεως συνταγές λιτότητας και επανήλθε στο προσκήνιο η κεινσιανή αντίληψη ότι σε περιόδους ύφεσης, με υψηλή ανεργία και αναξιοποίητο παραγωγικό δυναμικό, τα δημοσιονομικά ελλείμματα αποτελούν θεμιτό μέσο χρηματοδότησης της οικονομικής δραστηριότητας.
Παράλληλα με τη δημιουργία  του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης από την ΕΕ ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών προχώρησε στην εξαγγελία ενός φιλόδοξου πακέτου δαπανών ύψους 4,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, εστιασμένου σε υποδομές και κοινωνικά προγράμματα, δίνοντας το σύνθημα για ένα παγκόσμιο πρόγραμμα στήριξης της ανάκαμψης. Οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών αναβαθμίστηκαν εντυπωσιακά, οι προηγμένες  χώρες αναμένεται να ανακτήσουν το 2022 τα επίπεδα ΑΕΠ που θα είχαν επιτευχθεί αν δεν υπήρχε η κρίση της πανδημίας, ενώ νέα επενδυτικά προγράμματα και επιχειρηματικές πρωτοβουλίες συνθέτουν ένα πολύ ευνοϊκότερο οικονομικό περιβάλλον, ιδιαίτερα για μικρές ανοικτές οικονομίες, όπως η Ελλάδα.
Είναι φανερό ότι η Πράσινη  Μετάβαση είναι συμβατή με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της οικονομίας μας. Δεν διαθέτουμε σημαντικά κοιτάσματα  παραδοσιακών ενεργειακών πόρων που θα απαξιωθούν, ενώ η γεωγραφική μας θέση εξασφαλίζει διαθεσιμότητα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η βελτίωση της οικονομικής συγκυρίας επιτρέπει στην  Ελλάδα  να προχωρήσει με ταχύ βηματισμό στο μετασχηματισμό και την ενδυνάμωση της οικονομίας της.
Όμως, το παράθυρο ευκαιρίας δεν θα παραμείνει για πολύ ανοικτό. Όταν ξεπεραστεί η ύφεση και εξαντληθούν τα περιθώρια αναξιοποίητου παραγωγικού δυναμικού θα επανέλθει ο κίνδυνος του πληθωρισμού οδηγώντας σε περιοριστικές νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές σε παγκόσμια κλίμακα. Η αναπτυξιακή δυναμική σε μικρές χώρες που εξαρτώνται από τη διεθνή συγκυρία θα εξασθενίσει. Επιπλέον, οι εσωτερικοί μηχανισμοί της Ευρωζώνης θα αρχίσουν να πιέζουν στην κατεύθυνση της δημοσιονομικής πειθαρχίας – στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας -, δημιουργώντας πρόσθετα εμπόδια στη χρηματοδότηση μεγάλων επενδυτικών προγραμμάτων.
Εξάλλου,  αν καθυστερήσει ο μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας, οι αναπτυξιακές δυνατότητες και προοπτικές θα επιδεινωθούν. Το παραδοσιακό παραγωγικό μοντέλο έχει εξαντλήσει τη δυναμική του.  Τα κοινωνικά προβλήματα θα ενταθούν και, με τη σειρά τους, θα αποδυναμώσουν την προσπάθεια για διαρθρωτικές αλλαγές. Η Ελλάδα θα κινδυνεύσει να εγκλωβιστεί σε ένα νέο φαύλο κύκλο ύφεσης και κρίσης.
Η ανάδειξη της Ελλάδας σε πρότυπο κέντρο βιώσιμης ανάπτυξης με βάση τις ΑΠΕ και την ενεργειακή αποδοτικότητα αποτελεί ρεαλιστική προοπτική. Πρέπει να επιδιωχθεί ως μείζων εθνικός στόχος. Τα προσδοκώμενα οφέλη τόσο για την κοινωνική ευημερία όσο και για τη γεωπολιτική μας θέση είναι σημαντικά. Η Ελλάδα δεν κατείχε ποτέ κεντρική θέση στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη. Σήμερα, μπορεί να προσβλέπει σε μια τέτοια αναβάθμιση. Αν καταστεί κόμβος παραγωγής και εμπορίας στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών, θα  ενισχύσει  τη γεωπολιτική της επιρροή και, κατ’ επέκταση, την εθνική της ασφάλεια.
Επιπλέον,  δεδομένου ότι η ανάπτυξη του τομέα  θα συνοδευτεί από την είσοδο νέων τεχνολογιών, η χώρα μας θα επωφεληθεί λόγω του σημαντικού ερευνητικού δυναμικού που διαθέτει. Η σύνδεση της έρευνας με την παραγωγή μέσα από την ανάδειξη ερευνητικών ιδρυμάτων σε τεχνολογικά κέντρα διεθνούς εμβέλειας θα συμβάλει στη μετάβαση στην οικονομία της γνώσης. Για τη διάχυση νέων τεχνολογιών στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που κυριαρχούν στην οικονομία μας, απαιτούνται εξειδικευμένοι φορείς παροχής υπηρεσιών έρευνας, τεχνολογικής βοήθειας και εκπαίδευσης, όπως τεχνικά κέντρα ανά νομό ή περιφέρεια. Η πολιτεία και ο ιδιωτικός τομέας με θεσμούς όπως τα επιμελητήρια θα πρέπει να συνεργαστούν για τη δημιουργία αυτών των κέντρων.
Ευρύτερος στόχος  είναι η  δυναμική συμμετοχή της Ελλάδας στις σύγχρονες διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης μέσα από την πρόσβαση σε  νέες τεχνολογίες και την ανάπτυξη  δραστηριοτήτων υψηλής προστιθέμενης αξίας στο πλαίσιο διεθνών συνεργασιών.
Η ελληνική οικονομία, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος της χώρας, συνεχίζει να θεωρείται  η λιγότερη ανοικτή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης είχε το χαμηλότερο ρυθμό αύξησης εξαγωγών –σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο περίπου το ένα τρίτο– σε σχέση με τις άλλες περιφερειακές ευρωπαϊκές χώρες (Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία). Οι συγκρίσεις αυτές αντανακλούν  την περιορισμένη παραγωγική βάση της  οικονομίας μας και την επικέντρωση σε παραδοσιακά προϊόντα και υπηρεσίες με χαμηλή εξωτερική ζήτηση. Τα περιθώρια ανάπτυξης με βάση την εξωστρέφεια, ιδιαίτερα  του  ενεργειακού τομέα,  είναι κατά συνέπεια πολύ σημαντικά.
 Η Ελλάδα αξιοποιώντας τη γεωγραφική της θέση και τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα θα μπορούσε να ξεπεράσει την εξάρτηση από  τομείς όπως ο τουρισμός, η ναυτιλία και οι κατασκευές και να κινηθεί προς την Πράσινη Ενέργεια καθώς και, γενικότερα, προς δραστηριότητες με υψηλή προστιθέμενη αξία, όπως ο χρηματοοικονομικός τομέας, η πληροφορική, ο πολιτισμός και  τομείς συνδεδεμένοι με παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής.
Το νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα πρέπει να βασιστεί σε σχέδιο ενεργειών από το κράτος και τις ευρωπαϊκές αρχές για την πραγματοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων. Στο επίπεδο χρηματοδότησης και υποδομών πρέπει να αναθεωρηθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι, ώστε να εξοικονομηθούν πόροι για δημόσιες επενδύσεις. Παράλληλα οι πόροι των ευρωπαϊκών Ταμείων, και κυρίως τα 32 δις ευρώ που αναλογούν στην Ελλάδα από το  Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης πρέπει να διατεθούν κυρίως για τη στήριξη της έρευνας, την εισαγωγή νέων τεχνολογιών στην πληροφορία και τις επικοινωνίες, καθώς και την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Φιλοδοξία μας στο Κέντρο Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής είναι να συμβάλουμε, με ιδέες και προτάσεις, στην πρόοδο της χώρας. Επιλέξαμε, για το συνέδριο αυτό, το θέμα των επενδύσεων και της ενέργειας γιατί θεωρούμε ότι αποτελεί  μοχλό γεωπολιτικών και  οικονομικών εξελίξεων που θα αλλάξουν την όψη της Ελλάδας. Και είμαστε βέβαιοι ότι η σημερινή συζήτηση, με τη συμμετοχή διακεκριμένων ομιλητών, θα εισφέρει χρήσιμα στοιχεία για τη χάραξη των αναγκαίων πολιτικών. Όπως συμβαίνει πάντοτε στην πολιτική, οι ιδέες καρποφορούν όταν εδραιώνονται συνθήκες σταθερής και αποτελεσματικής διακυβέρνησης.

ΚΕΝΤΡΟ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΓΙΑΝΝΟΥ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
www.kepp.gr
ΤΗΛ : 2103620714